el
μαζικόσ
(
a
)
A
Greek
term in
ConceptNet 5.8
Source:
English Wiktionary
View this term in the API
Documentation
FAQ
Chat
Blog
Documentation
FAQ
Chat
Blog
Derived terms
el
μαζικη καταστροφη
➜
el
μαζικη παραγωγη
➜
el
μαζικη προσελευση
➜
el
μαζικοποιηση
➜
el
μαζικοποιω
➜
el
μαζικοσ αριθμοσ
➜
el
μαζικοτητα
➜
el
μεσα μαζικησ ενημερωσησ
➜
el
μεσα μαζικησ επικοινωνιασ
➜
el
μεσα μαζικων μεταφορων
➜
Related terms
el
μαζα
➜
el
μαζι
➜
en
bulky
➜
en
mass
➜